Kategorija:Senovės graikų kalbos veiksmažodžiai
Jump to navigation
Jump to search
(ankstesnis puslapis) (kitas puslapis)
Kategorijos „Veiksmažodžiai“ žodžiai, išraiškos arba jų kategorijos senovės graikų kalba.
- Žr. Naujausi (Viso straipsnių ir kategorijų: 764)
Smulkesnės kategorijos
Dar nėra sukurtas Senovės graikų kalba (abėcėlinis ar kitoks) kategorijos sąrašo turinys.Sukurkite!
Puslapiai kategorijoje „Senovės graikų kalbos veiksmažodžiai“
Rodoma 200 šios kategorijos puslapių (iš viso kategorijoje yra 764 puslapiai).
(ankstesnis puslapis) (kitas puslapis)Β
Δ
- δάκνω
- δέομαι
- δέρω
- δέχομαι
- δέω
- δίδωμι
- δύναμαι
- δύω
- δακρύω
- δαπανάω
- δείδω
- δείκνυμι
- δειμαίνω
- δειπνέω
- δεῖ
- δηλόω
- διάγω
- διέχω
- διίσταμαι
- διώκω
- διαβάλλω
- διαβαίνω
- διαβιβάζω
- διαδέχομαι
- διαδίδωμι
- διαιρέω
- διακαλύπτω
- διακωλύω
- διαλέγομαι
- διαλύω
- διαπέτομαι
- διαρπάζω
- διασκεδάννυμι
- διασπείρω
- διασῴζω
- διατίθημι
- διαταράττομαι
- διατρίβω
- διαφέρω
- διαφθείρω
- διδάσκω
- διηγέομαι
- δικάζω
- διοικέω
- διψήω
- δοκέω
- δουλόω
- δουλεύω
- δράω
- δυστυχέω
- δωρέομαι
- δῃόω
Ε
Κ
- κάθημαι
- κάμνω
- κόπτω
- καίω
- καθέζομαι
- καθήκω
- καθίζω
- καθίστημι
- καθαίρω
- καθεύδω
- καθηλόω
- καθοράω
- καθυμνέω
- κακίζω
- καλέω
- κατάγνυμι
- κατάγω
- κατάκειμαι
- κατέρχομαι
- κατέχω
- καταβάλλω
- καταβαίνω
- καταγελάω
- καταγιγνώσκω
- καταδύω
- καταδικάζω
- καταθάπτω
- καταθύω
- κατακόπτω
- κατακαίω
- κατακλύζω
- κατακλείω
- κατακρύπτω
- καταλύω
- καταλαμβάνω
- καταλείπω
- καταναλόω
- κατανεύω
- καταπλέω
- καταπλήττω
- κατασκάπτω
- κατασκευάζω
- καταστρέφομαι
- κατασφάζω
- κατατίθημι
- κατατοξεύω
- καταφεύγω
- καταφρονέω
- καταχέω
- κατεσθίω
- κατηγορέω
- κατοικέω
- κατορύττω
- κελεύω
- κεράννυμι
- κεραυνόω
- κερδαίνω
- κεῖμαι
- κηρύττω
- κινέω
- κινδυνεύω
- κλέπτω
- κλίνω
- κλαίω
- κλείω
- κολάζω
- κολούω
- κομίζω
- κοσμέω
- κρέμαμαι
- κρίνω
- κρύπτω
- κρατέω
- κρεμάννυμι
- κροτέω
- κτάομαι
- κτίζω
- κυκλόω
- κυλίνδω